Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟ ΟΝΕΙΡΟ





Το μικρό παιδί είχε το σημάδι του θανάτου στο μέτωπό του. Ο Ταξιδιώτης που το έβλεπε να παίζει στη βρύση του μονοπατιού, απλά, το γνώριζε. Η μητέρα του παιδιού, σκονισμένη από το μακρύ ταξίδι, αλαφιασμένη, μια πρόσεχε το μικρό, μια κοιτούσε μέσα της το ζοφερό μέλλον. Κανονικά οι γυναίκες στην Ινδία είναι μαζεμένες, αυτή όμως είχε έναν σκοπό.

-«Καλημέρα Ταξιδιώτη, είναι μακρυά ακόμα το χωριό;»

-«Μια ώρα δρόμος, Γυναίκα.»

 -«Είναι εκεί που θα βρω, έναν θεραπευτή, τον Ράμα;»

-«Εκεί είναι το σπίτι του.»

Η Γυναίκα κοίταξε κάτω και αναστέναξε. Σε μία ανάσα της, ο Ταξιδιώτης ένιωσε το πόνο και τη πίκρα της για αυτή τη ζωή. Μοναδική της χαρά, το αγόρι της, αλλά και αυτό, της είπαν οι γιατροί ότι θα το έχανε.

-«Είναι η τελευταία μου ελπίδα, αυτός ο Θεραπευτής», είπε κοιτάζοντας με τρόπο το αγοράκι της που έπαιζε με τα ζουζούνια στο πράσινο αυλάκι που ζωντάνευε το νερό.

Εύχομαι να θεραπευτεί» είπε ο Ταξιδιώτης.

-«Εσύ Ταξιδιώτη, που πας; Πες μου για το ταξίδι σου.»

-«Βαδίζω σε έναν άγνωστο πια δρόμο. Τη περισσότερη τη ζωή μου τη πέρασα δυστυχισμένος, κυνηγώντας όλα όσα οι άνθρωποι κυνηγούν, αλλά όσο βρισκόμουν σε αυτόν τον δρόμο, κάθε μέρα γινόμουν πιο μίζερος και δυστυχισμένος. Δεν άντεχα άλλο αυτή τη δυστυχία και τότε ζήτησα ή να πεθάνω, ή να μιλήσω με το Θεό.

Τον έψαξα σε κάθε Ιερό, σε κάθε κορυφή Βουνού, μα δεν τον βρήκα εκεί που τον είχαν τοποθετήσει οι άνθρωποι. Μέσα μου όμως γνώριζα ότι υπάρχει. Και τότε έψαξα μέσα μου. Και βρήκα μία φωνή ήσυχη, καθάρια, οικεία, και το κυριότερο δική μου. Δεν άνηκε σε κάποιον ασπρομάλλη γέροντα, ή σε έναν γαλάζιο γίγαντα. Ήταν δική μου, αλλά ταυτόχρονα άνηκε σε όλη τη πλάση.

Μου είπε ότι η μέχρι τώρα δυστυχία μου ήταν το πιο πραγματικό μέσα μου, και αυτό με βοήθησε στο να αναζητήσω αυτή τη φωνή και μου έδωσε τη δύναμη και την αιτία να μην είμαι συμβιβασμένος να ζω μια ψεύτικη και ανούσια ζωή, αλλά να ζω για να εκπληρώσω αυτό που μέσα μου ήθελα, και εγώ ο ίδιος δεν το γνώριζα, αλλά μέρα με τη μέρα, λάθος με το λάθος καταλάβαινα ποιος είναι ο δρόμος μου και ο προορισμός μου.

Βρήκα με αυτόν τον τρόπο έναν άγνωστο Εαυτό μέσα μου, που είχε ήδη έτοιμες ένα σωρό ιδιότητες, που οι απλοί άνθρωποι θεωρούν χαρίσματα ή μαγικά ή θαύματα, αλλά για μένα είναι απλά η Φύση μου.

Και προχωράω σε αυτόν τον δρόμο. Και κάθε φορά που μπαίνω σε αυτό το δάσος, νιώθω όλο και πιο οικεία με τα φυτά και τα ζώα, και αυτά πια δεν κρύβονται από μένα, δεν με φοβούνται, γιατί αυτά καταλαβαίνουν τις προθέσεις των περισσοτέρων ανθρώπων που θέλουν απλά να αρπάξουν και να σκοτώσουν. Αλλά εγώ θέλω απλά να συνυπάρχω ευτυχισμένος με τη Μεγάλη Μητέρα και νιώθω ένα με αυτήν, όντας απλά μέσα μου. Και αυτό το ταξίδι με ανανεώνει και με κάνει πιο δυνατό.»

-«Μακάρι, Ταξιδιώτη, να είχα και εγώ μία παρόμοια ιστορία να σου πω.»

-«Δεν χρειάζεται να μου την πεις, γιατί ήδη τη ζεις. Ήδη βρήκες τη δύναμη να έρθεις κοντά στο ανεκπλήρωτο Όνειρό σου και στο σημείο να αλλάξεις τα πάντα. Μπορεί να μην το έχεις συνειδητοποιήσει αυτή τη στιγμή, αλλά απλά, έτσι είναι. Πρέπει να φύγω τώρα. Θα τα ξαναπούμε.»

-«Γεια σου Ταξιδιώτη.»

….

Δύο άνδρες από το χωριό φάνηκαν, την ώρα που ο Ταξιδιώτης χανόταν μέσα στο μεγάλο Δάσος.

-«Γεια σας! Στο χωριό σας, θα βρω τον θεραπευτή τον Ράμα; Θέλω να του πάω το αγοράκι μου που είναι άρρωστο…»

-«Γυναίκα, δεν χρειάζεται να συνεχίσεις το δρόμο σου για το χωριό, γιατί ήδη συνάντησες τον Ράμα, ήταν ο Ταξιδιώτης που μιλούσες μαζί του. Αν ευχήθηκε ο γιος σου να γίνει καλά, τότε να ξέρεις ότι ήδη θεραπεύτηκε και εκπληρώθηκε ο σκοπός σου…»
    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου